Θείο Κορμί

_______________________
ΠΡΟΧΕΙΡΟ ΣΡΤΩΜΑ

Αφού έφυγαν οι υπάλληλοι,
αργά το απόγευμα, την περίμενε
στο γραφείο του.
Ξεντύθηκαν, και η λαίμαργη γλώσσα του
έφτασε μέχρι τα πόδια της,
κι όπως ήταν παγωμένα
με το στόμα του τα ζέστανε.
Έσμιξαν στο πάτωμα,
σ’ ένα πρόχειρο στρώμα
από μαξιλάρια του καναπέ.
_________________________

____________________________
ΣΤΟ ΜΠΑΡ

Με την κοπέλα του πήγαιναν
ν’ ακούσουν έναν περίφημο νέγρο τραγουδιστή
σ’ ένα από τα πολυσύχναστα μπαρ της νεολαίας.
Πριν από την είσοδο την προειδοποίησε:

«Μου αρέσει μια γυναίκα
που ίσως έρθει στην παρέα απόψε.
Με το δέος και την κατάνυξη
που μπαίνει κανείς σε μια εκκλησία
έτσι θα έμπαινα στο σώμα της,
και θα με έτρωγε η αγωνία
να την ευχαριστήσω,
και να φανώ αντάξιος-
ενώ με σένα δεν με νοιάζει,
με σένα κάνω έρωτα αδιάφορα,
όπως μιλάω».

Ήταν μαγευτική η ατμόσφαιρα στο μπαρ,
ο κόσμος είχε ενωθεί με τους ρυθμούς
και τη φωνή του τραγουδιστή.
Η κοπέλα μουδιασμένη καταλάγιαζε
την ταραχή της.
Η ωμότητα του φίλου της
την εμπόδιζε να ενωθεί με οτιδήποτε.
________________________

_____________________________
ΛΑΤΙΝΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Στροβιλίστηκαν και πύρωσαν στον έρωτα.
Ναρκωμένη ακόμη απ’ τα φιλιά του
νόμισε πως έβρεχε έξω, αλλά εκείνος την πρόλαβε:
«Δεν είναι βροχή παρά οι κρότοι απ’ τα ξερόκλαδα
που καίει ο κηπουρός στον κήπο».

Ντύθηκαν, και αφού της έβαλε κάτι να πιεί,
άνοιξε και της διάβασε ποίηση του Οράτιου
απ’ το πρωτότυπο.
Της διάβασε γαμήλιους ύμνους.
Ιδιόρρυθμοι λαρυγγισμοί και φθόγγοι
και χυμώδεις λέξεις των λατινικών.
Μετά τον έρωτα τελείωσαν με στίχους.
______________________

_______________________
ΣΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΟΥ

Όποιο περιοδικό ήθελε θα της το χάριζε,
αλλά έπρεπε ν’ ανεβεί στο δωμάτιό του,
να διαλέξει μόνη της.
Τα περιοδικά δεν την ενδιέφεραν,
από ματαιοδοξία τον ακολούθησε
-να καταλάβει αν σαν γυναίκα
τον τραβούσε ακόμη.
Γεμάτος φροντίδα κατέβασε τα περιοδικά
από ένα ψηλό ράφι,
και τ’ άπλωνε στο καθαρό σεντόνι
του κρεβατιού του να διαλέξει.
Τον έκαιγε ο πόθος
και δεν τολμούσε να εκδηλωθεί,
να την αγγίξει.
Μαζί με τα εξώφυλλα
της άπλωνε την υποταγή,
την τρυφερότητά του, να διαλέξει.