___________________________________
ΟΙ ΔΥΟ ΜΑΣ ΣΤΗ ΒΕΣΠΑ
Δεινοπάθησε η βέσπα σου
από τις πέτρες και την ανηφόρα
στον απόμερο χωματόδρομο που πήρες.
Με σκοπό τον πήρες,
αφού γνώριζες ότι μέσα στην ερημιά
θα διαλύονταν οι αντιστάσεις μου.
Ένα φανελάκι φορούσες
και δεν άργησα να κάνω την αρχή,
παράφορα σε φιλούσα
καθώς καθόμουν από πίσω σου κι εσύ οδηγούσες.
Εκδηλώθηκε το σπαρτάρισμά μου.
_______________________
________________________________
ΟΙ ΣΤΑΣΕΙΣ
Ταίριαζαν και αγαπιόντουσαν.
Όταν ανέβηκαν στην γκαρσονιέρα του
ο άνδρας πήρε την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Κατέβασε το ρολό στο παράθυρο για να γίνει σκοτάδι
και έδειξε στη γυναίκα ποιο πορτατίφ να ανάψει
που έδινε αδύναμο, χαμηλό φως.
Στις περιπτύξεις στο κρεβάτι
-ήδη ρούχο δεν έμεινε επάνω τους-
της υποδείκνυε να γυρίζει πότε μπρούμυτα,
ανάσκελα ή επάνω του-
και η γυναίκα γινόταν προκλητική στο έπακρο.
_______________________
____________________________
ΟΡΜΗΤΙΚΑ
Μια και μοναδική ήταν η ερωτική τους συνεύρεση,
κι όπως έμεναν σε διαφορετική πόλη ο καθένας,
η ζωή και η απόσταση τους χώρισαν.
Πιο πολύ από το πρόσωπο και το χαμόγελό του
την περικυκλώνουν οι εικόνες από τα λάβρα φιλιά του,
κι όταν όρθια τη γύμνωσε
κι ύστερα ορμητικά την ξάπλωσε μπρούμυτα στο κρεβάτι
και πριν ακουμπήσει το στήθος του στην πλάτη της,
όχι πολύ δυνατά την μπάτσισε πίσω στους μηρούς
ξεστομίζοντας γλυκόλογα.